Στη χώρα μας βρίσκεται πλέον το νέο Subaru Forester, με το οποίο είχαμε μια πρώτη γνωριμία, σε μια σύντομη εξόρμηση εκτός Αθηνών.
Με την έκτη γενιά του ιαπωνικού SUV ταξιδέψαμε αυθημερόν μέχρι την Ακράτα, επομένως διανύσαμε μαζί του πάνω από 300 χλμ. κυρίως στην άσφαλτο, ενώ από το πρόγραμμα δε θα μπορούσε να απουσιάζει η off-road διαδρομή. Πριν περάσουμε όμως στο οδηγικό κομμάτι, ας ρίξουμε μια ματιά στη σιλουέτα και στο εσωτερικό του νέου Forester.
Subaru Forester: Πιο μοντέρνο
Παραδοσιακά η Subaru προτιμάει την εξελικτική οδό στην ανάπλαση των μοντέλων της, έτσι η σχεδιαστική ταυτότητα του Forester δεν έχει αλλάξει σημαντικά. Παρατηρήστε τις «καθαρές» γραμμές, την πλατύτερη κάθετη μάσκα, η οποία πλαισιώνεται από επανασχεδιασμένα φωτιστικά σώματα δυο επιπέδων. Ελαφρώς διαφοροποιημένα και τα ψηλά τοποθετημένα πίσω φωτιστικά σώματα, τα οποία επικοινωνούν μεταξύ τους, με μια λεπτή μαύρη λωρίδα που εκτείνεται στην πόρτα του χώρου αποσκευών, τονίζονταν το πλάτος του οχήματος.

Το Forester βασίζεται στην πλατφόρμα Subaru Global Platform (SGP), ενώ οι διαστάσεις του, που αυξήθηκαν λίγο, παραμένουν σεβαστές. Το μήκος φτάνει πλέον τα 4.670 χλστ. (+30 χλστ.), το πλάτος τα 1.830 χλστ. (+15 χλστ.) και το ύψος τα 1.730 χλστ. Στην παλέτα του Forester υπάρχουν συνολικά 11 αποχρώσεις, εκ των οποίων οι τρεις είναι νέες (River Rock Pearl, Cashmere Gold Opal, Sapphire Blue Pearl).

Subaru Forester: Πλεόνασμα σε χώρους
Στο εσωτερικό τώρα, σίγουρα ξεχωρίζει η μεγάλη κάθετη οθόνη αφής των 11,6 ιντσών, από την οποία θα θέλαμε ταχύτερη απόκριση στα αγγίγματα, ενώ το μενού της είναι αρκετά εύχρηστο. Στη βάση της υπάρχουν τα εικονίδια για τον κλιματισμό, ενώ πλευρικά ενσωματώνονται ορισμένα φυσικά κουμπιά βασικών λειτουργιών, για λόγους εργονομίας. Ο πίνακας οργάνων ωστόσο παραμένει αναλογικός. Η ποιότητα των υλικών είναι αρκετά ικανοποιητική με μαλακά πλαστικά κυρίως στο επάνω τμήμα ταμπλό, ενώ έχουν όλα καλή συναρμογή.

Οι πίσω επιβάτες έχουν άφθονο χώρο για τα πόδια τους, χάρη στο μεταξόνιο των 2.670 χλστ., αρκετή απόσταση ανάμεσα στα κεφάλια τους και στην οροφή, ενώ το κεντρικό δάπεδο είναι ελάχιστα υπερυψωμένο. Πλήρως εκμεταλλεύσιμο σχήμα, χαμηλό κατώφλι φόρτωσης και φαρδύ άνοιγμα έχει το μεγάλο πορτμπαγκάζ των 508 λίτρων, θεωρούμε όμως ότι κάτω από δάπεδό του θα έπρεπε να υπάρχει έστω μια ρεζέρβα ανάγκης, καθώς Forester και περιπέτεια σε χώμα πάνε μαζί.

Subaru Forester: Με 136 ίππους
Το εξηλεκτρισμένο σύστημα κίνησης του Forester μας ήταν γνωστό από το Crosstrek. «Ακροβατεί» θα λέγαμε ανάμεσα σε ήπιο και full υβριδικό, καθώς επιτρέπει κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, για μικρό χρονικό διάστημα σε χαμηλές ταχύτητες και σε μανούβρες, να κινείσαι αποκλειστικά με τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας, την οποία ανακτά η μπαταρία ιόντων λιθίου (4,8 Ah) κατά τη διαδικασία της επιβράδυνσης και της πέδησης.

Κάτω από το εμπρός καπό βρίσκεται ο ατμοσφαιρικός τετρακύλινδρος άμεσου ψεκασμού e-boxer (επίπεδος) δίλιτρος βενζινοκινητήρας, απόδοσης 136 ίππων και 182 Nm ροπής, ενώ το έργο του υποβοηθά ένας σύγχρονος ηλεκτροκινητήρας 16,7 ίππων και 66 Nm ροπής. Το «παρών» δίνει επίσης το στάνταρ αυτόματο CVT Lineartronic κιβώτιο ταχυτήτων και το χαρακτηριστικό σύστημα συμμετρικής τετρακίνησης της Subaru. Η επίσημη κατανάλωση καυσίμου αναφέρει 8,1 λίτρα/100 χλμ., ενώ στον αυτοκινητόδρομο με μέση ταχύτητα 120-130 χλμ./ώρα είδαμε 9,3 λίτρα/100 χλμ.

Αξίζει να αναφέρουμε ότι το σύστημα EyeSight εξοπλίστηκε με μια ευρυγώνια μονοσκοπική κάμερα που αναγνωρίζει δίτροχα, οχήματα και πεζούς σε μια ευρύτερη περιοχή γύρω από το όχημα από τη στερεοσκοπική κάμερα. Επιπλέον, έχει τοποθετηθεί και ένα μπροστινό ραντάρ, με αποτέλεσμα τη βελτίωση στην απόδοση αναγνώρισης του EyeSight.
Subaru Forester: Οδηγώντας
Στον ανοιχτό δρόμο το Forester κινείται αρχοντικά και σταθερά, χωρίς τάσεις πλεύσης, έχοντας αρκετά καλή ποιότητα κύλισης, ενώ οι αεροδυναμικοί θόρυβοι, λόγω μεγάλων πλευρικών καθρεπτών, ύψους και όγκου του οχήματος, δεν είναι ενοχλητικοί και γίνονται αντιληπτοί κυρίως σε υψηλότερες ταχύτητες.

Το χαρακτηριστικό βουητό του αυτόματου κιβωτίου CVT σε εντονότερες επιταχύνσεις παραμένει, αλλά έχει μειωθεί αισθητά, ενώ ο κινητήρας έχει αρκετά γραμμική λειτουργία και δε στοχεύει στις επιδόσεις, με τις ρεπρίζ να είναι κάπως υποτονικές. Το Forester των 1.717 κιλών για την επιτάχυνση 0-100 χλμ./ώρα χρειάζεται 12,2 δευτ., ενώ η τελική του ταχύτητα είναι 188 χλμ./ώρα.
Το τιμόνι (κρεμαγιέρα με ηλεκτρική υποβοήθηση) έχει σωστό βάρος και παρέχει επαρκή πληροφόρηση, ενώ αποτελεσματικά κρίνονται τα φρένα με αεριζόμενους δίσκους εμπρός-πίσω. Η ανάρτηση (ανεξάρτητη τύπου MacPherson εμπρός και διπλά ψαλίδια πίσω) στοχεύει κυρίως στην άνεση, έχοντας μεγάλη διαδρομή, συμβάλλοντας στις εξερευνήσεις πέρα από την άσφαλτο.

Στο εν λόγω πεδίο δράσης βοηθάει η ψηλή θέση οδήγησης και οι μεγάλες γυάλινες επιφάνειες που εξασφαλίζουν καλή περιμετρική ορατότητα. Βέβαια όταν οι τροχοί πατήσουν χώμα, άμμο, λάσπη και χαλίκι το Forester νιώθει σαν το σπίτι του, με απόσταση 220 χλστ. από το έδαφος, με βελτιστοποιημένη γωνία προσέγγισης 20,4 μοιρών και γωνία διαφυγής 25,7 μοιρών, ενώ η γωνία ράμπας παραμένει 20,9 μοιρών.

Στο σύστημα X-Mode, με τα προγράμματα Χιόνι/Χώμα και Βαθύ Χιόνι/Λάσπη, προστέθηκε έλεγχος υποβοήθησης κινητήρα κατά την όπισθεν, βελτιώνοντας την ικανότητα απελευθέρωσης του οχήματος και κατά την όπισθεν. Μας απέδειξε τις ικανότητες του στην κατάβαση μιας απότομης πλαγίας, με το Forester να βρίσκει πρόσφυση ακόμα και με τον ένα τροχό του να κρέμεται στον αέρα.
Τιμές-συμπέρασμα
Η αρχική τιμή του Forester στην ελληνική αγορά διαμορφώνεται, στην εξοπλιστική έκδοση Free (ακολουθούν οι Style, Adventure και Premium), στα 45.920 ευρώ, όπως βλέπετε και στον παρακάτω πίνακα που περιέχει και τις εξοπλιστικές λίστες.

Σε πρώτη ανάγνωση ίσως να φαίνεται «τσιμπημένη», όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι γενικότερα η Subaru απευθύνεται σε «ψαγμένο» κοινό που μπορεί να κατανοήσει τη φιλοσοφία της, ενώ στοχεύει κυρίως στο συναίσθημα, όπως ελάχιστες μάρκες σήμερα. Το Forester συγκεκριμένα κλείνει το «μάτι» σε όσους αναζητούν ένα αυθεντικό “made in Japan” SUV, αξιόπιστο, με πραγματικές off-road ικανότητες, γενναίους χώρους και υψηλό επίπεδο ασφάλειας.