
του Πάνου Κορκόβελου
Σε περίπτωση που το όχημα δεν φέρει το ειδικό σήμα βεβαίωσης της ασφάλισης και καταληφθεί από τα αρμόδια όργανα, ο κύριος ή/και κάτοχός του υποχρεούται στην καταβολή διοικητικού προστίμου ακόμα και εάν το όχημα είναι ασφαλισμένο.
Βάσει του Π.Δ. 237/1986, το οποίο κωδικοποιεί το Ν. 489/1976, αφαιρούνται οι πινακίδες και η άδεια κυκλοφορίας για 1 χρόνο. Σε περίπτωση, δε, πρόκλησης ατυχήματος με το όχημα, οι πινακίδες αφαιρούνται για 2 χρόνια και σε περίπτωση υποτροπής για 3 χρόνια. Το ανωτέρω νομοθέτημα, τάσσει περαιτέρω, διοικητικό πρόστιμο το οποίο ανέρχεται στο ύψος των 500€ για τα επιβατηγά και 250€ για τα δίκυκλα.
Ωστόσο οι συγκεκριμένες διατάξεις δεν εφαρμόζονται τις περισσότερες φορές και έχουν περιπέσει σε αχρησία, δεδομένου ότι είναι υπέρμετρα δυσμενείς ενόψει και του γεγονότος πως οι ίδιες ακριβώς ποινές προβλέπονται και για τα ανασφάλιστα οχήματα. Πρόκειται δηλαδή για άστοχη διατύπωση του νόμου η οποία ενδεχομένως στόχευε στα ανασφάλιστα οχήματα και όχι και στα ασφαλισμένα τα οποία δεν φέρουν το αποδεικτικό ασφάλισης. Σε κάθε περίπτωση, στον Κ.Ο.Κ., προβλέπεται πρόστιμο 20€.
Να σημειώσουμε, πως στο άρθρο 28 του σχεδίου νόμου «επενδυτικά εργαλεία ανάπτυξης, παροχή πιστώσεων και άλλες διατάξεις» προβλέπεται τροποποίηση των διατάξεων του Π.Δ. 237/1986 το οποίο κωδικοποιεί το Ν. 489/1976, αποσαφηνίζοντας τελικώς, εάν και εφόσον ψηφισθεί ως έχει, πως οι ανωτέρω συνέπειες (πλην της προβλεπόμενης στον Κ.Ο.Κ.) αφορούν αποκλειστικά και μόνο ανασφάλιστο όχημα και όχι και ασφαλισμένο όχημα το οποίο δεν φέρει το ειδικό σήμα ασφάλισης.